top of page

Χειμερινοί  αστερισμοί

Νεφέλωμα του Ωρίωνα και Πλειάδες

Εκτός από τους αειφανείς αστερισμούς που βλέπουμε όλο το χρόνο (Μεγάλη και Μικρή Άρκτος, Κηφέας, Δράκοντας, Καμηλοπάρδαλη και Κασσιόπη), οι αστερισμοί που κυριαρχούν στον χειμερινό ουρανό είναι:

Πρώτα-πρώτα ο επιβλητικός και εύκολα αναγνωρίσιμος αστερισμός του Ωρίωνα, ο κυνηγός. Χαρακτηριστική είναι μία πλάγια ευθεία τριών φωτεινών αστέρων που σχηματίζουν τη ζώνη του Ωρίωνα. Βρίσκεται στη μέση ενός τετράπλευρου, του οποίου οι τέσσερις γωνίες είναι οι ώμοι και τα γόνατα του κυνηγού: πάνω δεξιά ο κοκκινωπός Μπετελγκέζ και αριστερά ο λιγότερο φωτεινός Μπελλατρίξ και οι κάτω γωνίες είναι ο φωτεινός γαλάζιος Ρίγκελ αριστερά, και δεξιά ο Σαήφ.
Από τη ζώνη του Ωρίωνα κρέμεται το Ξίφος με το
Μεγάλο Νεφέλωμα του Ωρίωνα, ή Μ42 (Μεσιέ 42), ένα από τα φαινομενικά φωτεινότερα νεφελώματα που είναι ορατό και με γυμνό μάτι μια και έχει φωτεινότητα όσο περίπου ένα αστέρι της τάξης των 4 mag και το βλέπουμε σαν φωτεινή κηλίδα που καλύπτει περίπου μία μοίρα σε διάμετρο, δηλαδή περίπου δύο φορές όσο η Πανσέληνος. Από σκοτεινό μέρος και με κιάλια φαίνεται ένα σύμπλεγμα από νέφη, αστέρια και σκόνη. Το Μ42 είναι ένα νεφέλωμα εκπομπής και περιλαμβάνει  με απόσταση γύρω στα 1.300 έτη φωτός από τη Γη την κοντινότερη σε μας περιοχή παραγωγής νέων αστεριών. Η διάμετρός του εκτιμάται στα 30-40 έτη φωτός.

Λίγο πιο κάτω και ανατολικά του Ωρίωνα λάμπει ο φωτεινότερος αστέρας του νυχτερινού ουρανού, ο Σείριος, του αστερισμού Μέγας Κύων. Πιο πάνω βλέπουμε τον Προκύων του αστερισμού Μικρός Κύων και ακόμα πιο ψηλά τους δύο φωτεινούς αστέρες, τα κεφάλια των Διδύμων Κάστορα και Πολυδεύκη, φυσικά του αστερισμού Δίδυμοι τα σώματα των οποίων εκτείνονται προς τον Ωρίωνα. Και ακόμα ψηλότερα πιο ανατολικά ξεχωρίζουμε τον αστέρα Αίγα του αστερισμού Ηνίοχος και κατεβαίνοντας συναντάμε τον κοκκινωπό Λαμπαδία το μάτι του Ταύρου.

Άλλο ένα εντυπωσιακό αντικείμενο στον χειμερινό ουρανό που είναι ορατό με γυμνό μάτι είναι οι Πλειάδες στον αστερισμό του Ταύρου. Μπορούμε να τις εντοπίσουμε σαν μια μικρή ομάδα αχνών αστεριών αν προσθέσουμε άλλο τόσο στη συνέχεια της ευθείας Μπελατρίξ – Λαμπαδία. Οι Πλειάδες, ή αλλιώς Πούλια ή Μ45 είναι ένα ανοιχτό αστρικό σμήνος, δηλαδή όλα τα αστέρια του έχουν κοινή προέλευση και ηλικία. Με γυμνό μάτι καλύπτουν περίπου δύο μοίρες στον ουρανό και μπορούμε να ξεχωρίσουμε έξι ως εννιά, από τα συνολικά τουλάχιστον 1.500 αστέρια, τα οποία ξεκινώντας από το φωτεινότερο είναι τα εξής: Αλκυόνη, Άτλας, Ηλέκτρα, Μαία, Μερόπη, Ταϋγέτα, Πλειώνη, Κελαινώ και Αστερόπη. Με κιάλια μπορούμε να δούμε πολύ περισσότερα, όπως με τηλεσκόπιο και το Νεφέλωμα των Πλειάδων (στο οποίο βρίσκεται το σμήνος αυτήν την αστρονομική περίοδο), που περιέχει νεφελώματα ανάκλασης, όπως το νεφέλωμα της Μαίας, NGC 1432 και αυτό της Μερόπης, NGC 1435.

1 1.jpg

Για το “χειμερινό εξάγωνο” τώρα, σχηματίζεται με τους εξής αστέρες: Αν Νότια η πρώτη γωνία είναι ο φωτεινός Σείριος, η επόμενη είναι πιο πάνω ο Προκύων,  μετά πιο ψηλά ο Πολυδεύκης των Διδύμων, ακόμα λίγο ψηλότερα και δυτικά ο αστέρας Αίγα είναι η τέταρτη γωνία, ξανακατεβαίνοντας περνάμε δυτικά από την πέμπτη γωνία που είναι ο Λαμπαδίας του Ταύρου, και πιο κάτω ο Ρίγκελ του Ωρίωνα είναι η πέμπτη γωνία, και πάλι στο Σείριο και κλείνει το εξάγωνο.
Το
“χειμερινό τρίγωνο” σχηματίζεται από τον Σείριο, τον Προκύον  και τον Μπετελγκέζ του Ωρίωνα.

1 ΑΑ ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΥΡΟ ΚΕΝΟ ΚΟΥΤΙ.jpg

Νεφέλωμα ανάκλασης και νεφέλωμα εκπομπής

Και τα δύο είδη νεφελωμάτων - ανάκλασης και εκπομπής - είναι φωτεινά διάχυτα νεφελώματα, δηλαδή διαστρικά νεφελώματα από αέριο (κυρίως υδρογόνο και λιγότερο ήλιο) και 1-2% βαρύτερα στοιχεία που περιλαμβάνουν σκόνη. Και τα δύο λάμπουν μέσω αστεριών – όμως για δύο πολύ διαφορετικούς λόγους:

 

1 2.jpg

Τα νεφελώματα εκπομπής είναι βασικά αυτόφωτα που εκπέμπουν “δικό τους” φως αφού διεγερθούν: Το φως νέων πολύ θερμών αστέρων στη γειτονιά ιονίζει το αέριο του νεφελώματος, δηλαδή φωτόνια που προέρχονται από αυτά κάνουν ηλεκτρόνια ατόμων του αερίου να μεταπηδήσουν σε τροχιά μεγαλύτερης ενέργειας ή να διαφύγουν εντελώς από το άτομο. Στην πρώτη περίπτωση το διεγερμένο ηλεκτρόνιο θα επανέλθει στην βασική του στάθμη, όπου κατά την “αποδιέγερσή” του θα εκπέμψει πάλι φωτόνιο, δηλαδή ενέργεια που το διέγειρε: θα ακτινοβολήσει. Στη δεύτερη περίπτωση αν γίνει επανασύνδεση, το ηλεκτρόνιο που θα ανασυνδεθεί με ιονισμένο άτομο θα αποβάλλει την κινητική του ενέργεια σε μορφή φωτονίου, δηλαδή θα ακτινοβολήσει.

Τα νεφελώματα ανάκλασης όμως είναι ετερόφωτα και δεν ακτινοβολούν από μόνα τους: τα κοντινά τους αστέρια δεν είναι αρκετά θερμά και δεν φτάνει η ενέργεια των φωτονίων τους να ιονίσουν το αέριο των νεφελωμάτων. Λάμπουν, απλά επειδή η σκόνη τους γίνεται ορατή σκεδαζόμενη από το φως των αστεριών (το φως βασικά ανακλάται) – γι αυτό και έχουν ίδιο χρώμα με τα αστέρια που τα φωτίζουν.

bottom of page